Άντε μια…

…κι άλλη μια. Έτσι πάει πλέον, μέρα τη μέρα μετράμε, σαν τις χάντρες του κομπολογιού. Δεν ξέρω για σένα αναγνώστη μου, εγώ καμιά φορά δεν έχω όρεξη μήδε για χιούμορ. Μα, είμαστε για χιούμορ και για καλαμπούρια πια;

Από την άλλη μεριά, μήπως κι αυτό -το χιούμορ δηλαδίς- είναι τρόπος να μείνουμε ζωντανοί; Πριν μερικούς μήνες είχα το τσιγάρο -έξι μήνες χωρίς, btw, fucking yeah-, έλεγα “μόνο αυτό μας έμεινε”, μετά “μόνο το φαΐ μας έμεινε”, τώρα λέμε “το χιούμορ μας έμεινε”, περάσαμε στα άυλα ήδη. Όταν εξαντληθεί και η τελευταία σταγόνα χιούμορ και θα έχουμε μόνο οργή, τί γίνεται άραγε;

Πληθαίνουν κι οι ψυχώσεις. Το βλέπω κάθε μέρα στη δουλειά πλέον, ο κόσμος τρελαίνεται, γίνεται παράλογος, όλο και περισσότερο. Σάμπως να θέλει να αντιδράσει, δεν μπορεί κι έτσι ασυνείδητα ενσωματώνεται μέσα στον παραλογισμό του καιρού του. Διότι είναι εντελώς παράλογο όλο αυτό που βιώνουμε. Μας κοροϊδεύουν στα μούτρα μας, δήθεν για εξοικονόμηση χρημάτων “του κράτους” λες και το κράτος είναι κάτι που κοντράρεται με τους “πολίτες”, δήθεν για “έλλειμμα”. Ντεμέκ, που λέμε κι εδώ στα βόρεια. Την ίδια στιγμή που τα κέρδη των τραπεζών τρέφουν μικρά κράτη και με το παραπάνω. Την ώρα που οι εφοπλιστάδες παραγγέλνουν κι άλλα πλοία, την ώρα που αντί να αξιοποιηθεί το κοινωνικό κεφάλαιο, αυτό ξεπουλιέται στα ξένα χέρια για ένα ξεροκόμματο. Καλά λέει ο Άκης Πάνου:

Άσ’ τον τρελό στην τρέλα του,
άστονα στ’ όνειρό του.
Τον κόσμο αυτό σιχάθηκε
κι έφτιαξε ένα δικό του.

Γι’ αυτό και μας λένε τρελούς. Ή ρομαντικούς. Επειδή δεν αποδεχόμαστε το γύρω μας ως δεδομένο, ως θέσφατο και θέλουμε να φτιάξουμε κάτι άλλο. Γιατί θέλουμε να αλλάξουμε κάτι που υπάρχει εδώ και χιλιάδες χρόνια, αυτό το γαμήδι που λέγεται εκμετάλλευση και μας τρώει κάθε μέρα το κορμί και το μυαλό. Κι άντε συ να εξηγείς ότι δεν υπάρχει ανθρώπινη φύση, αλλά ανθρώπινη -κοινωνική- συμπεριφορά, ότι δεν είναι ουτοπία η αλλαγή της κοινωνίας, της οικονομίας, του πολιτικού συστήματος. Το τεκμηριώνεις με ιστορικά παραδείγματα, με επιστημονικά δεδομένα, αλλά πού να σ’ ακούσει ο άλλος.

Άντε μια κι άλλη μια, μια πνοή κι ανάσανε. Καλά τα λες, αλλά…

Αυτό το γαμημένο «αλλά», πάντα εκεί. Κι άμα του πεις ότι εμείς μιλάμε ντόμπρα, ξεκάθαρα, σταράτα, δεν κοροϊδεύουμε όπως τα άλλα κόμματα -μικρά και μεγάλα- εδώ και δεκαετίες, μπορεί και να θυμώσει γιατί τον είπες ηλίθιο που τα ψηφίζει και τα ξαναψηφίζει. Άντε γαμώτο, κάνε το βήμα λέμε, μια πνοή κι ανάσανε! Αλλά… μπαίνει το γαμημένο το «αλλά» και τούμπαλιν. Παίζω κιθάρα και παίζεις τούμπα και ντάμπα-ντούμπα.

Και μιας και πολύ το ρίξαμε στη μελαγχολία, ας ευθυμήσουμε λίγο, μέρες που έρχονται (;).

Μέρι κρίση μας.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

*

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.